Αμβούργο

Αμβούργο
(Hamburg). Πόλη (1.688.300 κάτ. το 2002) της Γερμανίας, η δεύτερη μεγαλύτερη της χώρας και κυριότερη από τις χανσεατικές πόλεις. To μείζον Α. αποτελεί ομόσπονδο κράτος (länder) με έκταση 755 τ. χλμ. και το πολεοδομικό του συγκρότημα έχει απορροφήσει από το 1938 την Αλτόνα, το Βάτσμπεκ, το Στέλινγκεν, το Χάρμπουργκ, το Ράλστετ, το Βίλελμσμπουργκ και άλλα μικρότερα κέντρα της υπαίθρου. To A. είναι χτισμένο στη δεξιά όχθη του Έλβα, στη συμβολή του με τον Άλστερ, που σχηματίζει δύο λεκάνες (Μπίνεναλστερ και Άουσεναλστερ) και χωρίζει την παλιά πόλη, την οποία διασχίζουν πολλά κανάλια, από τη σύγχρονη πόλη στα Δ. Ο Έλβας, για μια απόσταση περίπου 100 χλμ. από τις εκβολές του, είναι πλωτός από μεγάλα πλοία και έτσι αναπτύχθηκε στην περιοχή του Α. ένα μεγάλο λιμάνι (100 τ. χλμ.), το μεγαλύτερο της Γερμανίας και ένα από τα σπουδαιότερα της Ευρώπης, που εκτείνεται στις δύο όχθες του ποταμού και διαθέτει δεκάδες δεξαμενές. Το Α. πρωτοεμφανίζεται στην ιστορία ως φρούριο στα χρόνια του Καρλομάγνου. Υπήρξε ορμητήριο για τον εκχριστιανισμό της Σκανδιναβίας και το 834 έγινε έδρα αρχιεπισκοπής. Το 845 πυρκαγιά κατέστρεψε την πόλη που, αφού ανοικοδομήθηκε, ερημώθηκε πάλι από τους Δανούς και τους Σλάβους. To 1110 το Α. περιήλθε στον Αδόλφο Α’, κόμη του Σάουενμπουργκ, και αργότερα (1188) με τον Αδόλφο Γ’ του Χόλσταϊν άρχισε η εμπορική ακμή του, σε αντάλλαγμα της οικονομικής συνεισφοράς του για την τρίτη σταυροφορία. Από τον 13ο έως τον 17ο αι. υπήρξε μία από τις κυριότερες πόλεις της Χανσεατικής Ένωσης, ενώ το 1618 έγινε ελεύθερη αυτοκρατορική πόλη. Στις αρχές του 19ου αι. το Α. ήταν μια από τις πιο ανθηρές ευρωπαϊκές δημοκρατίες και μετά τη ναπολεόντεια παρένθεση (1806-14), έγινε μέλος της Γερμανικής Συνομοσπονδίας ως ελεύθερη και κυρίαρχη πόλη. Το 1842, πυρκαγιά κατέστρεψε μεγάλο μέρος της πόλης που σιγά-σιγά ανοικοδομήθηκε. Το 1910 ο πληθυσμός της ήταν 900.000 κάτοικοι. Κατά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο υπέστη σοβαρότατες ζημιές από τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς, που κατέστρεψαν το 90% των βιομηχανικών εγκαταστάσεών του και περισσότερες από 300.000 αστικές κατοικίες. H ανοικοδόμησή του έγινε ταχύτατα, όμως διασώθηκαν οι αναμνήσεις του παρελθόντος. Το Α. έχει σήμερα όψη υπερσύγχρονης, κοσμοπολίτικης πόλης και είναι από τα μεγαλύτερα κέντρα της οικονομικής ζωής της Γερμανίας. Είναι έδρα μεγάλων τραπεζικών οργανισμών και ασφαλιστικών εταιρειών, βιομηχανικών και εμπορικών οίκων· από το λιμάνι του διακινείται το 30% των εισαγωγών ολόκληρου του κράτους. H βιομηχανία είναι ανεπτυγμένη σε διάφορους κλάδους, ιδιαίτερα όμως στον τομέα της ναυπήγησης εμπορικών σκαφών (τα ναυπηγεία βρίσκονται κυρίως στην αριστερή όχθη του Έλβα και στο νησί Στενβέρντερ, που συνδέεται από το 1911 με σήραγγα κάτω από τον ποταμό), της μεταλλουργίας, της χημικής και ηλεκτροτεχνικής βιομηχανίας, της φαρμακοβιομηχανίας και της καπνοβιομηχανίας. Σημαντική είναι η πρόσοδος από την αλιεία, της οποίας κέντρο είναι η Αλτόνα. ToΑ. δεν είναι μόνο μεγάλο λιμάνι, αλλά και σημαντικός κόμβος οδικών, σιδηροδρομικών και αεροπορικών συγκοινωνιών (αερολιμένας του Φουλσμπίτελ) διεθνούς σημασίας. Το Α. έχει ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα για ναυπηγικές, τεχνικές, εμπορικές και μουσικές σπουδές, πανεπιστήμιο (1919) και ποικίλες άλλες σχολές· όπερα της πόλης λειτουργεί από το 1678. Διαθέτει επιπλέον διάφορα μουσεία, πινακοθήκη, βοτανικό κήπο και τον περίφημο ζωολογικό κήπο του Χάγκενμπεκ. Πατρίδα των συνθετών Γιοχάνες Μπραμς και Μέντελσον το Α. θεωρείται επίσης ένα από τα σημαντικότερα μουσικά κέντρα της Ευρώπης. Η οικονομία του Αμβούργου στηρίζεται κυρίως στο λιμάνι του, ένα από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης, από το οποίο διακινείται περίπου το ένα τρίτο των εισαγωγών όλης της Γερμανίας (φωτ. Sef). Το κεντρικό κανάλι του Αμβούργου (φωτ. Sef). Το επιβλητικό δημαρχιακό κτίριο του Αμβούργου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Αμβούργο — το πόλη και λιμάνι της Γερμανίας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Κελεσίδου, Αναστασία — (Αμβούργο 1972 –). Δισκοβόλος και ολυμπιονίκης. Μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη και έκανε για πρώτη φορά αισθητή την παρουσία της στους Μεσογειακούς αγώνες της Αθήνας, το 1991, όταν κατέλαβε την 9η θέση. Έκτοτε η πορεία της υπήρξε ανοδική. Το 1994 έγινε …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Names of European cities in different languages: E–H — v · d · …   Wikipedia

  • πόλη — Αστικός συνοικισμός, ο οποίος αποτελείται από ένα σύμπλεγμα δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται ή συνδέονται μεταξύ τους με δρόμους, πάρκα και πλατείες, και που κατοικείται μόνιμα από σημαντικό αριθμό ανθρώπων –που επιδίδονται σε… …   Dictionary of Greek

  • χάνσα — Ήδη από τον 12o αι. η λέξη χρησιμοποιόταν στη Γερμανία, τη βόρεια Γαλλία και την Αγγλία για τις εμπορικές και πολιτικές ενώσεις πόλεων αυτών των χωρών, που δημιουργήθηκαν για την αντιμετώπιση των κινδύνων. Τευτονική X. Ένωση πόλεων της βόρειας… …   Dictionary of Greek

  • Βάρμπουργκ, Άμπι — (Aby Warburg, Αμβούργο 1866 – 1929). Γερμανός ιστορικός της τέχνης και του πολιτισμού. Επηρεάστηκε πολύ από τις επιδράσεις της κλασικής παράδοσης της Δύσης. Οι απόψεις του έχουν εκτεθεί στο έργο Die Ernenerung der heind (2 τόμοι, 1932). Το 1902… …   Dictionary of Greek

  • Έκχοφ, Χανς Κόνραντ Ντίτριχ — (Hans Konrad Dietrich Ekhof, Αμβούργο 1720 – Γκότα 1777). Γερμανός ηθοποιός. Ονομάστηκε πατέρας του γερμανικού θεάτρου για τις καινοτομίες που επέφερε στη θεατρική οργάνωση. Ο Έ. έλαβε μέρος στους μεγαλύτερους θιάσους της εποχής του και… …   Dictionary of Greek

  • Κλόπστοκ, Φρίντριχ Γκότλιμπ — (Friedrich Gottlieb Klopstock, Κβέντλινμπουργκ 1724 – Αμβούργο 1803). Γερμανός ποιητής και δραματουργός. Από τα φοιτητικά του ήδη χρόνια, στη Λειψία, ξεκίνησε τη συγγραφή του ποιήματος Μεσσίας (1748 73). Μετά τη δημοσίευση των πρώτων ασμάτων που… …   Dictionary of Greek

  • Τέλεμαν, Γκέοργκ Φίλιπ — (Telemann, Μαγδεμβούργο 1681 – Αμβούργο 1767). Γερμανός συνθέτης. Το πρώιμο μουσικό ταλέντο του έκανε τον T., σε ηλικία 14 ετών, να διευθύνει τη χορωδία της καθολικής εκκλησίας του Χίλντεσχαϊμ. Το 1704, οργανοπαίκτης και διευθυντής της χορωδίας… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”